- το τείχος - ο τοίχος
- έχω κλίση στη μουσική (κλίνω) - πήρα κλήση από το δικαστήριο (καλώ)
- σύγκλιση απόψεων - σύγκληση συνεδρίου - σύγκλειση δοντιών
- ετερόκλιτο ουσιαστικό - ετερόκλητο πλήθος
- κλείνω την πόρτα - κλίνω το ρήμα
- η εξάρτηση από τα ναρκωτικά (εξαρτώ) - η εξάρτυση του στρατιώτη (εξαρτύω) - η εξάρτιση του πλοίου (εξαρτίζω)
- σάτιρα, σατιρίζω, σατιρικό ποίημα, Σάτυρος (μυθ. ακόλουθος του Διονύσου), σάτυρος (ασελγής), σατυρικός (ο του Σατύρου), σατυρικό δράμα (το αρχαίο λογοτεχνικό είδος) αλλά σατιρικός συγγραφέας.
- η σορός του θα εκτεθεί σε λαϊκό προσκύνημα - ο σωρός από ξύλα
- τι μέλλει γενέσθαι; - δε με μέλει τι θα γίνει
- ο στίχος του ποιήματος - να παραταχθείτε σε τρεις στοίχους
- φύλλο του δέντρου - το αρσενικό φύλο
- κήτος: μεγάλο θαλάσσιο θηλαστικό – κύτος: κοίλωμα, αμπάρι πλοίου
- ψηλή γυναίκα - ψιλή κυριότητα | κλωστή | φωνή κλπ.
- πολιτικό κόμμα - έπεσε σε κώμα
- παραλείφθηκε (από το παραλείπω) - παραλήφθηκε (από το παραλαμβάνω)
- Ομοίως παράλειψη (από το παραλείπω) - περίληψη (από το περιλαμβάνω)
- απευθύνω έκκληση - έκλυση ηθών
- Γάλλος (από τη Γαλλία) - γάλος (γαλοπούλα)
- έγγειος, εγγειοβελτιωτικά έργα - έγκυος γυναίκα
- μήτρα (του σώματος) - μίτρα (=ιερατικό καπέλο)
- σύγχυση νοημάτων (συγχέω) - ψυχική σύγχιση (συγχίζω)
- ιωνική φιλοσοφία (Ιωνία) - Ιονική Τράπεζα (Ιόνιο)
- λιμός (=πείνα) - λοιμός (=λοιμώδες νόσημα, πανώλης).
- να ‘μαι(= να είμαι) π.χ. τι ώρα να ‘μαι σπίτι; – Να με(= δέστε με) π.χ. να με κι εγώ!
Πηγή : http://www.gnomikologikon.gr/greek-lamguage-errata.html#ixzz30uWeZ1En
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου